Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βάδιση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βάδιση η [váδisi] Ο33 : η ενέργεια του βαδίζω. Όρθια ~.

[λόγ. < αρχ. βά δι(σις) -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες