Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αχυρόσκεπος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αχυρόσκεπος, -η, -ο [açiróscepos] s. αχυροσκεπής

[cpd w. combin form -σκεπος; cf άσκεπος, απόσκεπος, μισό-, ολό-, πευκό- etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες