Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτού-αποκάτω [aftú apokáto] adv phr
- underneath that place, under there:
- δεν καταλαβαίνεις; είναι αμαρτία· είναι ο παπούς ~ (Myriv)
[fr αυτού & αποκάτω]
- underneath that place, under there: