Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αυτούθε
3 items total [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αυτούθε [aftúθe] επίρρ. τοπ. : (λογοτ.) από εκεί: Γυρίστε πίσω· δεν είναι ~ ο κόσμος.

[μσν. αυτούθε(ν) < αρχ. αὐτόθεν `σ΄ αυτό ακριβώς το σημείο΄ [o > u] κατά το επίρρ. αυτού]

[Λεξικό Γεωργακά]
αυτούθε [aftúθe] adv
  • ① fr that place, fr there, thence (syn απαυτού, αποκεί 1, εκείθε):
    • poem μην ένας ξένος λογισμός ~ σας αρπάξει, | πριν στ' ακρογιάλι του νησιού το ξύλο πάει και αράξει (Markoras) |
    • μοιάζεις κρυμμένος όλος μες στον ήλιο | του πάθους σου, κι ~ να τοξεύεις (Sikel)
  • ② in that place, there (syn αυτού 1):
    • poem .. και λέει κανείς πως βρίσκει | να τριγυρνούν ~ τώρα οι δόξες σας (Skipis)

[fr postmed αυτούθεν ← postmed, MG ← K (also pap), AG αὐτόθεν, blended w. adv αὐτοῦ]

[Λεξικό Κριαρά]
αυτούθεν, επίρρ.,
βλ. αυτόθεν.
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go