Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αυτοπαρατήρηση
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αυτοπαρατήρηση [aftoparatírisi] η, (L)
  • examination of one's own behavior or mind, self-examination, introspection (syn αυτοεξέταση):
    • η ~ θα σας επιτρέψει να μειώσετε το άγχος, που σας καταλαμβάνει |
    • είναι πια κοινοτοπία της ψυχολογίας ότι στην ~ δε γεννάται ζήτημα αλήθειας ή ψεύδους (Lambridi) |
    • έρχεται να ενισχύσει τη γνώμη μου και την αυτοπαρατήρησή μου ότι η κριτική .. είναι κι αυτή κατά βάθος έμπνευση (Athanasiadis-N)

[fr kath (neol: Koumanoudis) αυτοπαρατήρησις, cpd w. (Aeneas Tact., 4th c. BC) παρατήρησις]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go