Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: απογοητευτικά
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
απογοητευτικά [apoγoiteftiká] adv (L)
  • disappointingly:
    • για την ύπαρξη του θεού επιστρέφει ο Nτεκάρτ (Descartes), πολύ ~ κατά τη γνώμη μου, στην οντολογική απόδειξη του μεσαίωνα (Lambridi)

[der of απογοητευτικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go