Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- απογέννι [apoyéni] το, region. (Pelop,
- Sterea, Thess, Kephall etc) last-born child (syn αποζούδι, αποσπόρι, Bενιαμίν, στερνοπαίδι):
- η μητέρα του τον αγαπάει γιατί είναι τ' ~ της
[der of απογεννώ]
- Sterea, Thess, Kephall etc) last-born child (syn αποζούδι, αποσπόρι, Bενιαμίν, στερνοπαίδι):



