Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αξονομετρία
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αξονομετρία η [aksonometría] Ο25 : στην παραστατική γεωμετρία, συμβατική αναπαράσταση ενός στερεού με τον προσδιορισμό της παράλληλης προβολής των συντεταγμένων σημείων του.

[λόγ. < γαλλ. axonométrie (-métrie = -μετρία)]

[Λεξικό Γεωργακά]
αξονομετρία [aksonometría] η, (L)
  • phys
  • ① axial measurement
  • ② axonometric projection

[fr kath, der of άξων w. combin. form -μετρία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go