Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανυποταγή
3 items total [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανυποταγή η [anipotají] Ο29 : έλλειψη υποταγής.

[λόγ. < ελνστ. ἀνυποταγή]

[Λεξικό Κριαρά]
ανυποταγή η.
  • Έλλειψη πειθαρχίας, απείθεια, ανυποταξία:
    • (Mαχ. 66016).

[<στερ. αν‑ + ουσ. υποταγή. H λ. τον 4. αι. και σήμ. λογοτ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανυποταγή [anipotayí] η, (L)
  • noncompliance, unsubmissiveness (syn ανυπακοή 2, ant υποταγή):
    • ο ποιητής τραγουδεί την ~ του στις διαθέσεις του πλήθους (Chourmouzios) |
    • poem.. σκέφτομαι .. | πως εγώ σηκώνω μεγάλη ανταρσία κι ~ μες στην ψυχή μου (Sfakianakis)

[fr kath ανυποταγή ← MG (Machaeras), PatrG, cpd w. υποταγή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go