Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αντιστρέψιμος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντιστρέψιμος -η -ο [andistrépsimos] Ε5 : που μπορεί να αντιστραφεί: Tα επιχειρήματά του είναι αντιστρέψιμα.

[λόγ. αντιστρεπ- (αντιστρέφω) -σιμος μτφρδ. γαλλ. réversible ή αγγλ. reversible]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go