Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντιπαγωτικό
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Γεωργακά]
αντιπαγωτικό [andipaγotikó] το,
  • antifrosting compound, deicer

[substantiv. n of αντιπαγωτικός]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντιπαγωτικός, -ή, -ό [andipaγotikós] (L)
  • defrosting, deicing

[cpd w. παγωτικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες