Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αντικνήμιο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντικνήμιο το [andiknímio] Ο40 : το μπροστινό μέρος της κνήμης· το καλάμι του ποδιού.

[λόγ. < αρχ. ἀντικνήμιον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go