Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντικειμενισμός [andicimenizmós] ο, (L)
- objectivism (ant υποκειμενισμός):
- περιγραφικός, ρεαλιστικός ~ |
- ο ~ της συλλογιστικής |
- οι νέοι βαρέθηκαν τον πραγματισμό και τον αντικειμενισμό και στρέφονται τώρα προς μια εποχή μύθου και παραλογισμού |
- ο παθητικός υποκειμενισμός υψώνει το ανάστημά του μπροστά στον ψυχρόαιμο αντικειμενισμό (Palam) |
- ο ~ και ο οντολογισμός παγώνουν το ζωντανό πνεύμα (Papanoutsos) |
- στο νέο μυθιστόρημα παρατηρείται ένας ~, μια αποστροφή προς την ενδοσκόπηση (Dizikirikis)
[fr kath (neol Koumanoudis) αντικειμενισμός, der of αντικείμενον & suff -ισμός]
- objectivism (ant υποκειμενισμός):



