Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιγυρίζω [andiyirízo]
- ① give back, return (syn ανταποδίδω, επιστρέφω):
- αντιγύρισα το χαιρετισμό τους και τάχυνα το βήμα (Karagatsis) |
- η Aννούλα δίχως να μιλήσει του αντιγύρισε το γλυκό του χαμόγελο (id.) |
- τον ξύπνησε ένα μακρύ κ' υγρό φιλί στο στόμα .. · έσφιξε με λαχτάρα τη γυναίκα που τόσο γλυκά τον ξύπνησε· αντιγύρισε το φιλί ζαλισμένος απ' τον ύπνο (id.)
- ⓐ intr return:
- η βροχή βαρούσε τη γης μ' αρίφνητες σαΐτες, που αντιγύριζαν απάνω και την κάνανε ν' αχνίζει (Prevelakis)
- ② retort, retaliate (syn ανταποδίδω, πετάω [απάντηση]):
- μάνα, τι έχεις και βογγάς; τι κακό σου 'καμε ο γιος σου; σε παράκουσε, λόγο σου αντιγύρισε ποτέ; (Vlachogiannis) |
- λόγο δεν αντιγυρίζανε ποτές, όλο και πώς να φχαριστήσουν (Vlami)
[fr LMG αντιγυρίζω (Geras. Vlachos), cpd w. γυρίζω]
- ① give back, return (syn ανταποδίδω, επιστρέφω):



