Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανταλλασσόμενος, -η, -ο [andalasómenos] (L)
- being exchanged:
- η ανθρώπινη ζωή είναι μια ιδιόμορφη βιοχημική επεξεργασία, ένα φαινόμενο που πραγματοποιείται από το συναγωνισμό συντεταγμένων φυσικών δυνάμεων και ανταλλασσόμενης ύλης (Louros)
[pprp of ανταλλάσσω]
- being exchanged:



