Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντίπερα
4 εγγραφές [1 - 4]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντίπερα [andípera] επίρρ. τοπ. : (λογοτ., λαϊκότρ.) στο απέναντι μέρος: Ποτάμι για λιγόστεψε, για κάνε λίγο πίσω, για να περάσω ~ στα κλέφτικα λημέρια. || (ως επίθ.): Στην ~ όχθη. Φωτιά στο ~ βουνό.

[μσν. αντίπερα < ελνστ. ἀντιπέρα (μετακ. τόνου κατά τα σύνθ.) < αρχ. ἀντιπέραν]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντίπερα1 [andípera] adv
  • on the far side, across, opposite (syn in αντίκρυ 1):
    • κοιτάζω ~ |
    • η ~ όχθη |
    • το ~ χωριό |
    • ήρθε ένας χωριάτης από ~ |
    • η θάλασσα κυμάτιζε ~ |
    • το νησί ~, η Σαμοθράκη |
    • σκληρό κι αυστηρό ορθώνεται το βουνό ~ απ' άκρη σ' άκρη (Petsalis) |
    • folks. εδώ πέρα κι ~ κάθουνται οι μαστόροι (NPolitis) |
    • poem σε μαύρο πλοίο για την ~ μεριά θα σε φορτώσω (Homer Od 18.84 Kaz-Kakr) |
    • και το χάσμα της πρόσκλησης των συντρόφων από τον ~ γιαλό (Seferis) |
    • .. πέλματα θαλάσσιων πουλιών | που περπατούσαν εδω και, δίχως να πετάξουν, πέρασαν ~ (Ritsos)

[fr MG αντίπερα (Hesych.) ← K, AG ἀντιπέραν]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντίπερα2 [andípera] τα,
  • place(s) across or opposite:
    • βλέπουν τη στενοχώρια από τ' ~ του Kάστρου οι γκενεράλοι κ' ευτύς στέλνουνε σολντάτους (Petsalis) |
    • poem .. έκανες τον ανέμπληστο να μη γυρνάει στη χώρα | να ζητιανεύει πια· στ' ~ κ' εμείς γοργά θα πούμε |.. να τον παν κλ (Homer Od 18.115 Kaz-Kakr)

[substantiv. n pl of αντίπερα1]

[Λεξικό Κριαρά]
αντιπέραν, επίρρ.· αντίπερα· αντίπεραν.
  • (Συν. με εμπρόθ. προσδ., γεν. ή αιτιατ.) στο απέναντι μέρος, στην απέναντι πλευρά ή όχθη, αντίκρυ:
    • αντίπερα του ποταμού (Διγ. Z 3478
    • αντίπερα το ποτάμι (Διήγ. Αλ. G 27742
    • αντίπερα στη Ντία (Στάθ. Α´ 260).

[αρχ. επίρρ. αντιπέραν. O τ. αντίπερα το 10. αι. (LBG) και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες