Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθυποβρύχιο [anθipovrí] το, (L) naut
- submarine chaser:
- τα ανθυποβρύχια χρησιμοποιούνται για την καταδίωξη των υποβρυχίων
[fr kath ανθυποβρύχιον, cpd w. υποβρύχιον]
- submarine chaser:



