Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθρωποσύναξη [anθroposínaksi] η,
- rallying of people, meeting of people (syn ανθρωπομάζωμα):
- μεγάλη, μικρή ~ |
- ~ των θαλασσοπνιγμένων |
- ένοιωθα κάποια μυστική αναγάλλια να μαθητεύω μέσα σε κείνη την ~ (Panagiotop) |
- το απομεσήμερο γίνηκε πάλι ~, όλο το χωριό (Petsalis)
[neol, cpd w. σύναξη]
- rallying of people, meeting of people (syn ανθρωπομάζωμα):