Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανθρακαποθήκη
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
ανθρακαποθήκη [anθrakapoθíci] η,
  • coal bunker, coal bin, coal shed (syn καρβουναποθήκη, καρβουνιέρα, καρβουναριό):
    • ~ πλοίου, τραίνου |
    • το εργοστάσιο διαθέτει ανθρακαποθήκες

[fr kath ανθρακαποθήκη (Koumanoudis), cpd of άνθραξ & αποθήκη]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go