Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανεπικαιρότητα η [anepikerótita] Ο28 : η ιδιότητα του ανεπίκαιρου.
[λόγ. ανεπίκαιρ(ος) -ότης > -ότητα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανεπικαιρότητα [anepicerótita] η, (L)
- untimeliness (syn L το ανεπίκαιρο, ant L το επικαιρικό):
- καμιά σχέση δεν υπάρχει μεταξύ της επικαιρότητας και της οδυνηρής ανεπικαιρότητας του ποιητή (Athanasiadis-N) |
- απ' την ~ ως την απαξία υπάρχει χάος (id.)
[fr kath (neol) ανεπικαιρότης, der of ανεπίκαιρος w. suff -της]
- untimeliness (syn L το ανεπίκαιρο, ant L το επικαιρικό):



