Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αναπροσανατολισμός
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αναπροσανατολισμός ο [anaprosanatolizmós] Ο17 : αλλαγή προσανατολισμού, βασικών δηλαδή επιλογών, κατευθύνσεων ή στόχων: Ο ~ ενός προγράμματος / της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής.

[λόγ. ανα- προσανατολισμός αγγλ. reorientation]

[Λεξικό Γεωργακά]
αναπροσανατολισμός [anaprosanatolizmós] ο, (L)
  • reorientation:
    • ~ της πολιτικής |
    • ~ της δράσεως του οργανισμού χειροτεχνίας |
    • ~ της ραδιοφωνικής εκπομπής |
    • ~ της χώρας απέναντι στους εχθρούς του Kυπριακού |
    • μιλούμε γι' απομυθοποιήσεις, γι' αναπροσανατολισμούς, γι' αποπροσωποποιήσεις (Panagiotop)

[cpd of ανα- & ModG προσανατολισμός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go