Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αναλυτικώς
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αναλυτικώς [analitikós] adv (L) = αναλυτικά
:
  • στο τέλος του βιβλίου ασχολούμαι ~ με το θέμα |
  • θα σας γράψω ~

[fr kath, der of αναλυτικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go