Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αλληλοσυμπλήρωση
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αλληλοσυμπλήρωση [alilosimblírosi] η, gen αλληλοσυμπλήρωσης & αλληλοσυμπληρώσεως,
  • mutual complementing (syn αμοιβαία συμπλήρωση):
    • ~ των δύο φίλων |
    • μερικά πεζογραφήματα συγκεντρώνουν όλα μαζί τα στοιχεία του έντεχνου λόγου ... σε μια γόνιμη συνεργασία και σε μια θαυμαστή ~ (Charis) |
    • τα είδη της λογοτεχνίας συγχέονται, ο πεζογράφος, ο ποιητής, ο δοκιμιογράφος έχουν ανάγκη από ~ και συνεργασία μέσα στο ίδιο άτομο (Chatzinis) |
    • το διακοσμητικό ανάγλυφο στην επιφάνεια του Xίλτον πρέπει να θεωρηθή σαν ένα από τα καλύτερα κομμάτια εύστοχης συνεργασίας και αλληλοσυμπληρώσεως αρχιτεκτονικής που συναντούμε στη σύγχρονη εποχή (DVasileiadis)

[der of αλληλοσυμπληρώνονται of cpd w. συμπλήρωση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go