Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αλαργινός -ή -ό
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αλαργινός -ή -ό [alarjinós] Ε1 : (λογοτ., λαϊκότρ.) α. μακρινός: Tαξίδεψε σε θάλασσες αλαργινές. ~ συγγενής. || (ως ουσ.) τα αλαργινά, μακρινοί τόποι: Ξενιτεύτηκε στα ξένα και στ΄ αλαργινά. β. που έρχεται από μακριά· απόμακρος: ~ αντίλαλος. Θύμησες αχνές κι αλαργινές. αλαργινά ΕΠIΡΡ.

[αλάργ(α) -ινός]

[Λεξικό Γεωργακά]
αλαργινός, -ή, -ό [alaryinós]
  • ① being or situated far away, far distant, remote (syn αλαργεμένος, απόμακρος, απομακρυσμένος, μακρινός):
    • αλαργινή χώρα a distant country |
    • αλαργινοί τόποι |
    • ταξίδια σε θάλασσες αλαργινές |
    • ξένος τόπος ~ |
    • αλαργινά χωριά |
    • αλαργινό νησί |
    • σε αλαργινή μεριά του νησιού |
    • αλαργινό ακρογιάλι |
    • αλαργινο χωράφι |
    • αλαργινό ψήλωμα, αλαργινή κορφή, αλαργινό βουνό |
    • ~ κήπος |
    • τ' αλαργινά σπίτια του χωριού |
    • αλαργινό ταξίδι, ~ μισεμός |
    • folkt τον έμαθε και μια βασίλισσα από αλαργινό βασίλειο και θέλησε να πάη να τον πάρη (Megas) |
    • σε ταξιδεύουνε στους αλαργινούς ωκεανούς (Zappas) |
    • ταξίδευαν πέρα μακριά σ' αλαργινούς κόσμους (Levantas) |
    • folks. τ' απόμακρα, τ' αλαργινά τα ξένα θα με φάνε |
    • poem βγήκαμε από βάθια αλαργινά (Palam) |
    • ... και παν με την ευκή του | σε πλούσια αλαργινά περίγιαλα και χτίζουν νιες πατρίδες (Kazantz Od 21.450) |
    • ωϊμέ, κι από τ' αλαργινά τρικυμιστά πελάγη | των αλκυόνων έρχεται σπαραχτική η φωνή (Skipis) |
    • κι απ' τη θνητή την ύπαρξη μακραίνεις | σ' αλαργινούς ορίζοντες (Xydis)
  • ⓐ originating in a remote place, coming from a distance (syn απόμακρος):
    • ~ αντίλαλος, ~ αχός |
    • αλαργινή φωνή |
    • αλαργινό μήνυμα |
    • κλάμα αλαργινό |
    • βουίζουν όλα μαζί σιγαλά και γλυκά σαν άρπες αλαργινές και ονειρεμένες (Christomanos) |
    • του φαίνουνταν κ' ετούτα θύμησες αλαργινές, παλιές (Vlami) |
    • poem καλώς κοπιάστε, αλαργινά πουλιά με τις λευκές φτερούγες (Kazantz Od 12.854) |
    • ανθρώποι αλαργινοί, ποια χώματα λογιάζετε πατρίδα; (ib 24.929) |
    • μα κάτι μυρωδιές μας φέρνει ο άνεμος | αχνές κι αλαργινές (Gryparis) |
    • κάποιο παλιό τραγούδι αλαργινό (Skipis) |
    • δυο φίδια ωραία κι αλαργινά, του χωρισμού πλοκάμια | σέρνουνται two serpents, beautiful, apart, tentacles of separation crawl (Seferis) |
    • έχει όλη η νύχτα πλημμυρίσει | φάσματα, σκιες αλαργινές (Diktaios)
  • ⓑ remote (in time), distant (past or future):
    • poem σ' άνθισμ' ακόμη αλαργινό που θα ξανάρθη, μάθε! (Palam) |
    • άτολμος ως το τέλος μου, το γλήγορο ή το αλαργινό (Malakasis) |
    • ωραία στιγμή που μ' έφερες ξανά στα περασμένα | τα χρόνια μου τα παιδικά τ' αλαργινά τα πρώτα (Chondrogiannis)
  • ② not closely related by blood, distant, of relatives (syn όχι στενός, αλαργεμένος 2, μακρινός):
    • είναι ~ συγγενής |
    • μια αλαργινή συγγένισσά μας, που δεν την καλοξέρω |
    • folks. μάνα, δεν είμαι ξένος μήτ' ~ (DPetrop)

[der of αλάργα w. suff -ινός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες