Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ακυτταρικός -ή -ό
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακυτταρικός -ή -ό [akitarikós] Ε1 : (βιολ.) που η δομή του δε χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κυττάρων: Aκυτταρικές μορφές ζωής.

[λόγ. α- 1 κυτταρικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go