Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ακτινοθεραπεία
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακτινοθεραπεία η [aktinoθerapía] Ο25 : (ιατρ.) η χρήση ακτινοβολιών και ιδιαίτερα ακτίνων Ραίντγκεν (X) για θεραπευτικούς σκοπούς: H ~ εφαρμόζεται αποτελεσματικά σε πολλές περιπτώσεις δερματοπαθειών.

[λόγ. ακτινο- + -θεραπεία μτφρδ. γαλλ. radiothérapie]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακτινοθεραπεία [aktinoθerapía] η, med X-
  • ray therapy, radiation therapy, radiotherapy (syn ραδιοθεραπεία):
    • σε πολλές περιπτώσεις εφαρμόζεται ~

[cpd w. θεραπεία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go