Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: άγαρμπος -η -ο
4 εγγραφές [1 - 4]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
άγαρμπος -η -ο [áγarbos] Ε5 : 1.άκομψος, κακοφτιαγμένος: Άγαρμπα παπούτσια. Άγαρμπο σώμα / σουλούπι. 2α. άχαρος, αδέξιος·: Άγαρμπο περπάτημα / παίξιμο. Mην κάνεις καμιά άγαρμπη κίνηση και σπάσεις το βάζο. β. (μτφ.) ανάρμοστος, άξεστος: Άγαρμπη χειρονομία / συμπεριφορά. Άγαρμπα αστεία, χοντρά. άγαρμπα ΕΠIΡΡ 1. άχαρα: Xορεύει / φέρθηκε ~. Έπιασε ~ το σερβίτσιο. 2. άσκημα: Tον χτύπησε ~, επικίνδυνα.

[α- 1 γάρμπ(ο) `κομψότητα΄ -ος < ιταλ. garbo]

[Λεξικό Γεωργακά]
άγαρμπος, -η, -ο [áγarbos]
  • ① ill-proportioned, unshapely, inelegant (syn άκομψος) unsymmetrical, ill-fitting, ugly (syn ασουλούπωτος):
    • άγαρμπα ρούχα, άγαρμπα παπούτσια |
    • έν' άγαρμπο σκούρο φουστάνι (Xenop) |
    • μια τσόχινη άγαρμπη φορεσιά (id.) |
    • ~ άνθρωπος, άγαρμπη γυναίκα |
    • ο πελώριος έφηβος ήταν λιγάκι ~, ασουλούπωτος (Xenop) |
    • τι άγαρμπο σουλούπι ήταν εκείνο που είχαν {τα τσαρούχια}! (id.) |
    • poem κοίτα πώς φόρτωσε το λίπος μας | στην άγαρμπη κοιλιά του (TKarouzos)
  • ⓐ fig improper, uncouth, rude (syn ανάρμοστος, άξεστος):
    • άγαρμπο χαμόγελο |
    • άγαρμπη χειρονομία |
    • άγαρμπα αστεία rude or practical jokes |
    • άγαρμπες κουβέντες |
    • poem τα άγαρμπα χωρατά του, να νοστιμευτώ; (Rotas)
  • ② awkward, clumsy (syn αδέξιος, ανεπιτήδειος):
    • ~ άντρας |
    • άγαρμπο περπάτημα |
    • η στάση της... θεάς είναι άγαρμπη και σκληρή (MAndronikos)

[cpd w. γάρμπος "elegance" ← It garbo 'courtesy, charm'; of ασουλούπωτος]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγαρμποσύνη η [aγarbosíni] Ο30α : η έλλειψη κομψότητας, επιδεξιότητας· αγαρμπιά: Tο ντύσιμό του διατηρεί την παλιά επαρχιώτικη ~.

[άγαρ μπ(ος) -οσύνη]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγαρμποσύνη [aγarbosíni] η,
  • ungracefulness, inelegance (syn αγαρμπιά a):
    • αγαρμποσύνες παράδοξες |
    • πάντα το ντύσιμό του διατηρούσε την παλιά εκείνη επαρχιώτικη ~ (Xenop)
  • ⓐ clumsiness, awkwardness

[der of άγαρμπος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες