Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- Μοσχοβίτης ο.
-
- Ο κάτοικος της Μόσχας· (συνεκδ.) Ρώσος:
- άρχοντες … Μοσχοβίτας (Βίος Δημ. Μοσχ. 293)·
- είχεν … πόλεμον με τους Μοσχοβίτας εις την Λιτουανίαν (Νεκταρ., Ιεροκοσμ. Ιστ. 373).
[<τοπων. Μοσχοβία + κατάλ. ‑ίτης· πβ. ιταλ. Moscovita. Η λ. και σήμ.]
- Ο κάτοικος της Μόσχας· (συνεκδ.) Ρώσος:



