Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: Ιεροσολυμίτης
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
Ιεροσολυμίτης ο.
  • Αυτός που κατοικεί στα Ιεροσόλυμα, κατάγεται ή προέρχεται από εκεί:
    • (Ασσίζ. 44518), (Διήγ. Αλ. G 26617), (Ασσίζ. 19327).

[μτγν. εθν. Ιεροσολυμίτης (Lampe)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go