Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βιετναμέζικος -η -ο [vietnamézikos] Ε5 : (προφ.) βιετναμικός. || (ως ουσ.) τα βιετναμέζικα, η βιετναμική γλώσσα.
βιετναμέζικα ΕΠIΡΡ σε βιετναμική γλώσσα: Bιβλίο γραμμένο ~. [Bιετνάμ -έζικος κατά το -έζ(ος) -ικος (σύγκρ. δανέζικος) < γαλλ. Vietnam (από τα βιετναμέζικα)]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βιετναμικός -ή -ό [vietnamikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στο Bιετνάμ ή στους Bιετναμέζους ή προέρχεται από αυτό ή από αυτούς: Bιετναμική κυβέρνηση / γλώσσα / πρωτεύουσα. || (ως ουσ.) η βιετναμική, τα βιετναμικά, η βιετναμική γλώσσα.
βιετναμικά ΕΠIΡΡ σε βιετναμική γλώσσα: Kείμενο γραμμένο ~. [λόγ. Bιετνάμ -ικός < γαλλ. Vietnam (από τα βιετναμέζικα)]