Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Ακαρνάν
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Γεωργακά]
Ακαρνάν [akarnán] ο, (L)
  • inhabitant of, or one hailing fr, Acarnania, Acarnanian.
[Λεξικό Γεωργακά]
Ακαρνανία [akarnanía] η, geogr
  • Acarnania, SW section of the nomos of Aetolia and Acarnania (s. Aιτωλοακαρνανία).
[Λεξικό Γεωργακά]
ακαρνανικός, -ή, -ό [akarnanikós]
  • Acarnanian:
    • ακαρνανικά χωριά, βουνά |
    • ~ κάμπος |
    • τα θαυμαστά τείχη της Στράτου, της φημισμένης ακαρνανικής πολιτείας (Karouzou)

[der of Aκαρνάν or Aκαρνανία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες