Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Λήμμα "Οκτώβριος"
Οκτώβριος ο· Οκτώβρης· Οκτώμβριος· Οχτώβριος.
  • Οκτώβριος:
    • (Βουστρ. 17414
    • (ως επιθετ. προσδ. του ουσ. μήνας):
      • (Μαχ. 60010).
  • Ως προσωποπ.:
    • Είδα και τον Οκτώβριον άνθρωπον εις το σκήμαν (Λίβ. Esc. 1072).

[μτγν. ουσ. Οκτώβριος. Ο τ. ‑ης στο Βλάχ. (‑ις) και σήμ. Ο τ. ‑μβ‑ τον 6. αι. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες