Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πρωταγόρας (353c-354e)

[353c] Πάλιν τοίνυν, ἔφην ἐγώ, εἰ ἔροιντο ἡμᾶς· «Τί οὖν φατε τοῦτο εἶναι, ὃ ἡμεῖς ἥττω εἶναι τῶν ἡδονῶν ἐλέγομεν;» εἴποιμ᾽ ἂν ἔγωγε πρὸς αὐτοὺς ὡδί· Ἀκούετε δή· πειρασόμεθα γὰρ ὑμῖν ἐγώ τε καὶ Πρωταγόρας φράσαι. ἄλλο τι γάρ, ὦ ἄνθρωποι, φατὲ ὑμῖν τοῦτο γίγνεσθαι ἐν τοῖσδε, οἷον πολλάκις ὑπὸ σίτων καὶ ποτῶν καὶ ἀφροδισίων κρατούμενοι ἡδέων ὄντων, γιγνώσκοντες ὅτι πονηρά ἐστιν, ὅμως αὐτὰ πράττειν; ― Φαῖεν ἄν. ― Οὐκοῦν ἐροίμεθ᾽ ἂν αὐτοὺς ἐγώ τε καὶ σὺ πάλιν· Πονηρὰ δὲ αὐτὰ πῇ φατε εἶναι; [353d] πότερον ὅτι τὴν ἡδονὴν ταύτην ἐν τῷ παραχρῆμα παρέχει καὶ ἡδύ ἐστιν ἕκαστον αὐτῶν, ἢ ὅτι εἰς τὸν ὕστερον χρόνον νόσους τε ποιεῖ καὶ πενίας καὶ ἄλλα τοιαῦτα πολλὰ παρασκευάζει; ἢ κἂν εἴ τι τούτων εἰς τὸ ὕστερον μηδὲν παρασκευάζει, χαίρειν δὲ μόνον ποιεῖ, ὅμως δ᾽ ἂν κακὰ ἦν, ὅτι μαθόντα χαίρειν ποιεῖ καὶ ὁπῃοῦν; ἆρ᾽ οἰόμεθ᾽ ἂν αὐτούς, ὦ Πρωταγόρα, ἄλλο τι ἀποκρίνασθαι ἢ ὅτι οὐ κατὰ τὴν αὐτῆς τῆς ἡδονῆς τῆς παραχρῆμα ἐργασίαν κακά ἐστιν, [353e] ἀλλὰ διὰ τὰ ὕστερον γιγνόμενα, νόσους τε καὶ τἆλλα. ― Ἐγὼ μὲν οἶμαι, ἔφη ὁ Πρωταγόρας, τοὺς πολλοὺς ἂν ταῦτα ἀποκρίνασθαι. ― Οὐκοῦν νόσους ποιοῦντα ἀνίας ποιεῖ, καὶ πενίας ποιοῦντα ἀνίας ποιεῖ; Ὁμολογοῖεν ἄν, ὡς ἐγᾦμαι. ― Συνέφη ὁ Πρωταγόρας. ― Οὐκοῦν φαίνεται, ὦ ἄνθρωποι, ὑμῖν, ὥς φαμεν ἐγώ τε καὶ Πρωταγόρας, δι᾽ οὐδὲν ἄλλο ταῦτα κακὰ ὄντα ἢ διότι εἰς ἀνίας τε ἀποτελευτᾷ καὶ ἄλλων [354a] ἡδονῶν ἀποστερεῖ; Ὁμολογοῖεν ἄν; ― Συνεδόκει ἡμῖν ἀμφοῖν. ― Οὐκοῦν πάλιν ἂν αὐτοὺς τὸ ἐναντίον εἰ ἐροίμεθα· Ὦ ἄνθρωποι οἱ λέγοντες αὖ ἀγαθὰ ἀνιαρὰ εἶναι, ἆρα οὐ τὰ τοιάδε λέγετε, οἷον τά τε γυμνάσια καὶ τὰς στρατείας καὶ τὰς ὑπὸ τῶν ἰατρῶν θεραπείας τὰς διὰ καύσεών τε καὶ τομῶν καὶ φαρμακειῶν καὶ λιμοκτονιῶν γιγνομένας, ὅτι ταῦτα ἀγαθὰ μέν ἐστιν, ἀνιαρὰ δέ; Φαῖεν ἄν; ― Συνεδόκει. ― Πότερον [354b] οὖν κατὰ τόδε ἀγαθὰ αὐτὰ καλεῖτε, ὅτι ἐν τῷ παραχρῆμα ὀδύνας τὰς ἐσχάτας παρέχει καὶ ἀλγηδόνας, ἢ ὅτι εἰς τὸν ὕστερον χρόνον ὑγίειαί τε ἀπ᾽ αὐτῶν γίγνονται καὶ εὐεξίαι τῶν σωμάτων καὶ τῶν πόλεων σωτηρίαι καὶ ἄλλων ἀρχαὶ καὶ πλοῦτοι; Φαῖεν ἄν, ὡς ἐγᾦμαι. ― Συνεδόκει. ― Ταῦτα δὲ ἀγαθά ἐστι δι᾽ ἄλλο τι ἢ ὅτι εἰς ἡδονὰς ἀποτελευτᾷ καὶ λυπῶν ἀπαλλαγάς τε καὶ ἀποτροπάς; ἢ ἔχετέ τι ἄλλο τέλος [354c] λέγειν, εἰς ὃ ἀποβλέψαντες αὐτὰ ἀγαθὰ καλεῖτε, ἀλλ᾽ ‹ἢ› ἡδονάς τε καὶ λύπας; Οὐκ ἂν φαῖεν, ὡς ἐγᾦμαι. ― Οὐδ᾽ ἐμοὶ δοκεῖ, ἔφη ὁ Πρωταγόρας. ― Οὐκοῦν τὴν μὲν ἡδονὴν διώκετε ὡς ἀγαθὸν ὄν, τὴν δὲ λύπην φεύγετε ὡς κακόν; ― Συνεδόκει. ― Τοῦτ᾽ ἄρα ἡγεῖσθ᾽ εἶναι κακόν, τὴν λύπην, καὶ ἀγαθὸν τὴν ἡδονήν, ἐπεὶ καὶ αὐτὸ τὸ χαίρειν τότε λέγετε κακὸν εἶναι, ὅταν μειζόνων ἡδονῶν ἀποστερῇ ἢ ὅσας αὐτὸ ἔχει, ἢ λύπας μείζους παρασκευάζῃ τῶν ἐν [354d] αὐτῷ ἡδονῶν· ἐπεὶ εἰ κατ᾽ ἄλλο τι αὐτὸ τὸ χαίρειν κακὸν καλεῖτε καὶ εἰς ἄλλο τι τέλος ἀποβλέψαντες, ἔχοιτε ἂν καὶ ἡμῖν εἰπεῖν· ἀλλ᾽ οὐχ ἕξετε. ― Οὐδ᾽ ἐμοὶ δοκοῦσιν, ἔφη ὁ Πρωταγόρας. ― Ἄλλο τι οὖν πάλιν καὶ περὶ αὐτοῦ τοῦ λυπεῖσθαι ὁ αὐτὸς τρόπος; τότε καλεῖτε αὐτὸ τὸ λυπεῖσθαι ἀγαθόν, ὅταν ἢ μείζους λύπας τῶν ἐν αὐτῷ οὐσῶν ἀπαλλάττῃ ἢ μείζους ἡδονὰς τῶν λυπῶν παρασκευάζῃ; ἐπεὶ εἰ πρὸς ἄλλο τι τέλος ἀποβλέπετε, ὅταν καλῆτε αὐτὸ τὸ λυπεῖσθαι [354e] ἀγαθόν, ἢ πρὸς ὃ ἐγὼ λέγω, ἔχετε ἡμῖν εἰπεῖν· ἀλλ᾽ οὐχ ἕξετε. ― Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις, ὁ Πρωταγόρας.

[353c] Αν λοιπόν, του είπα, μας ξαναρωτούσαν οι άνθρωποι: Ποιό όνομα δίνετε εσείς σ᾽ αυτό που εμείς ονομάζουμε «η αδυναμία μας μπροστά στην ηδονή»; Νά με ποιό τρόπο θα τους απαντούσα: Δώστε προσοχή· γιατί εγώ κι ο Πρωταγόρας θα προσπαθήσουμε να σας το πούμε. Τί λέτε ότι σας συμβαίνει σε τέτοιες περιστάσεις, άνθρωποί μου; δε θέλετε να πείτε αυτό, ότι πολλές φορές, με την ηδονή που δίνουν τα φαγητά και τα ποτά κι η ερωτική πράξη, σας νικούν, ώστε ακόμη κι όταν ξέρετε ότι αυτά είναι κακά, πάλι τα κάνετε; Θα συμφωνούσαν. Λοιπόν, θα τους ξαναρωτούσαμε εγώ κι εσύ: Και από ποιά άποψη λέτε ότι είναι κακά; [353d] Επειδή σας δίνουν αυτή την ηδονή της στιγμής και το καθένα τους είναι ευχάριστο ή επειδή σας ρίχνουν αργότερα σε αρρώστιες και σε φτώχειες και ανοίγουν το δρόμο σε πολλά άλλα παρόμοια; Ή μήπως, ακόμη κι αν δεν ανοίγουν αργότερα το δρόμο σ᾽ αυτά, και το μοναδικό αποτέλεσμά τους είναι η ηδονή που σας δίνουν, και πάλι θα ήταν κακά, μόνο και μόνο επειδή δεν ξέρω τί τους ήρθε και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σας προξενούν ηδονή; Μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα μας έδιναν κάποια άλλη απάντηση, Πρωταγόρα, και όχι αυτήν: ότι δηλαδή αυτά δεν είναι κακά, επειδή μας δίνουν εκείνη την ηδονή της στιγμής, [353e] αλλά για τα μελλοντικά τους αποτελέσματα — τις αρρώστιες και τα λοιπά;
Εγώ πιστεύω ότι οι πολλοί αυτή την απάντηση θα μας έδιναν, είπε ο Πρωταγόρας.
Φέρνοντάς μας λοιπόν αρρώστιες, μας φέρνουν στεναχώριες, και φέρνοντάς μας φτώχεια, μας φέρνουν στεναχώριες; Κατά τη γνώμη μου, θα συμφωνούσαν.
Ο Πρωταγόρας το παραδέχτηκε.
Λοιπόν, άνθρωποί μου, έγινε φανερό ότι —όπως λέμε εγώ κι ο Πρωταγόρας— το μόνο που μας κάνει να τα θεωρούμε αυτά κακά είναι επειδή στο τέλος φέρνουν στεναχώριες [354a] και μας στερούν από άλλες ηδονές; Τί λες, θα συμφωνούσαν;
Το παραδεχτήκαμε κι οι δυο μας.
Λοιπόν, αν τώρα τους κάναμε την αντίθετη ερώτηση και τους λέγαμε: Άνθρωποί μας, εσείς από την άλλη μεριά λέτε ότι υπάρχουν ορισμένα δυσάρεστα πράγματα που είναι καλά. Λέγοντας αυτά δεν έχετε στο νου σας κάτι τέτοιο, λόγου χάρη τις γυμναστικές ασκήσεις, τις εκστρατείες, τις θεραπείες που εφαρμόζουν οι γιατροί —καυτηριασμούς, εγχειρήσεις, φάρμακα, δίαιτες φοβερές— αυτά δε λέτε ότι είναι καλά βέβαια, αλλά δυσάρεστα; Θα το παραδέχονταν;
Συμφώνησε ο Πρωταγόρας.
[354b] Λοιπόν από ποιάν άποψη τα ονομάζετε αυτά καλά; επειδή τη στιγμή εκείνη σας φέρνουν τους πιο φριχτούς πόνους και δάκρυα ή επειδή σας φέρνουν αργότερα την υγεία και την ευεξία του σώματος και τη σωτηρία της πατρίδας και το άπλωμα της εξουσίας σας πάνω σ᾽ άλλους και τα πλούτη; Νομίζω ότι η απάντησή τους θα ήταν καταφατική.
Το πιστεύω.
Κι όλα αυτά είναι καλά, επειδή στο τέλος φέρνουν ηδονές και σας σώζουν και διώχνουν μακριά τη λύπη ή για κάποιον άλλο λόγο; Ή μήπως παίρνετε υπόψη σας κάτι άλλο [354c] κι όχι τις ηδονές και τις λύπες, όταν αυτά τα ονομάζετε καλά; μπορείτε να μας πείτε ποιό είναι αυτό; Νομίζω ότι δε θα μπορούσαν να το πουν.
Το ίδιο νομίζω κι εγώ, είπε ο Πρωταγόρας.
Λοιπόν, την ηδονή τη ζητάτε, επειδή είναι κάτι καλό· και αποφεύγετε τη λύπη, επειδή είναι κάτι κακό;
Συμφώνησε.
Έτσι κατά τη γνώμη σας τούτο είναι κάτι κακό, η λύπη, και η ηδονή κάτι καλό; Γιατί κατά τα λεγόμενά σας και η ευχαρίστηση στην ουσία της τότε είναι κάτι κακό, όταν εξαιτίας της χάνετε μεγαλύτερες ηδονές απ᾽ εκείνες που σας χαρίζει αυτή ή επειδή σας ρίχνει σε λύπες μεγαλύτερες [354d] από τις ηδονές που μπορεί να σας δώσει· γιατί, αν από κάποια άλλη άποψη και στηριγμένοι σε κάποιο άλλο κριτήριο ονομάζετε την ίδια τη λύπη χαρά, πολύ θα θέλαμε να τ᾽ ακούσουμε κι εμείς· αλλά πού να το βρείτε;
Κι εγώ την ίδια γνώμη έχω, είπε ο Πρωταγόρας.
Κι αν πάλι πάρουμε την ίδια τη λύπη, δε συμβαίνουν τα ίδια πράγματα; Πότε ονομάζετε την ίδια τη λύπη κάτι καλό; Όταν σας λυτρώνει από λύπες μεγαλύτερες απ᾽ αυτές που μπορεί να σας δώσει αυτή ή σας φέρνει χαρές μεγαλύτερες από τις λύπες· ειδάλλως, αν, λέγοντας την ίδια τη λύπη [354e] καλό, έχετε στο νου σας κάποιο διαφορετικό κριτήριο κι όχι αυτό που έχω εγώ, πολύ θα θέλαμε να τ᾽ ακούσουμε κι εμείς· αλλά πού να το βρείτε;
Πολύ σωστά, είπε ο Πρωταγόρας.