Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πρωταγόρας (311a-312e)

Μετὰ ταῦτα ἀναστάντες εἰς τὴν αὐλὴν περιῇμεν· καὶ ἐγὼ [311b] ἀποπειρώμενος τοῦ Ἱπποκράτους τῆς ῥώμης διεσκόπουν αὐτὸν καὶ ἠρώτων, Εἰπέ μοι, ἔφην ἐγώ, ὦ Ἱππόκρατες, παρὰ Πρωταγόραν νῦν ἐπιχειρεῖς ἰέναι, ἀργύριον τελῶν ἐκείνῳ μισθὸν ὑπὲρ σεαυτοῦ, ὡς παρὰ τίνα ἀφιξόμενος καὶ τίς γενησόμενος; ὥσπερ ἂν εἰ ἐπενόεις παρὰ τὸν σαυτοῦ ὁμώνυμον ἐλθὼν Ἱπποκράτη τὸν Κῷον, τὸν τῶν Ἀσκληπιαδῶν, ἀργύριον τελεῖν ὑπὲρ σαυτοῦ μισθὸν ἐκείνῳ, εἴ τίς σε ἤρετο· «Εἰπέ μοι, μέλλεις τελεῖν, ὦ Ἱππόκρατες, Ἱπποκράτει [311c] μισθὸν ὡς τίνι ὄντι;» τί ἂν ἀπεκρίνω; ― Εἶπον ἄν, ἔφη, ὅτι ὡς ἰατρῷ. ― «Ὡς τίς γενησόμενος;» ― Ὡς ἰατρός, ἔφη. ― Εἰ δὲ παρὰ Πολύκλειτον τὸν Ἀργεῖον ἢ Φειδίαν τὸν Ἀθηναῖον ἐπενόεις ἀφικόμενος μισθὸν ὑπὲρ σαυτοῦ τελεῖν ἐκείνοις, εἴ τίς σε ἤρετο· «Τελεῖν τοῦτο τὸ ἀργύριον ὡς τίνι ὄντι ἐν νῷ ἔχεις Πολυκλείτῳ τε καὶ Φειδίᾳ;» τί ἂν ἀπεκρίνω; ― Εἶπον ἂν ὡς ἀγαλματοποιοῖς. ― «Ὡς τίς δὲ γενησόμενος αὐτός;» ― Δῆλον ὅτι ἀγαλματοποιός. ― Εἶεν, ἦν δ᾽ ἐγώ· [311d] παρὰ δὲ δὴ Πρωταγόραν νῦν ἀφικόμενοι ἐγώ τε καὶ σὺ ἀργύριον ἐκείνῳ μισθὸν ἕτοιμοι ἐσόμεθα τελεῖν ὑπὲρ σοῦ, ἂν μὲν ἐξικνῆται τὰ ἡμέτερα χρήματα καὶ τούτοις πείθωμεν αὐτόν, εἰ δὲ μή, καὶ τὰ τῶν φίλων προσαναλίσκοντες. εἰ οὖν τις ἡμᾶς περὶ ταῦτα οὕτω σφόδρα σπουδάζοντας ἔροιτο· «Εἰπέ μοι, ὦ Σώκρατές τε καὶ Ἱππόκρατες, ὡς τίνι ὄντι τῷ Πρωταγόρᾳ ἐν νῷ ἔχετε χρήματα τελεῖν;» τί ἂν αὐτῷ [311e] ἀποκριναίμεθα; τί ὄνομα ἄλλο γε λεγόμενον περὶ Πρωταγόρου ἀκούομεν; ὥσπερ περὶ Φειδίου ἀγαλματοποιὸν καὶ περὶ Ὁμήρου ποιητήν, τί τοιοῦτον περὶ Πρωταγόρου ἀκούομεν; ― Σοφιστὴν δή τοι ὀνομάζουσί γε, ὦ Σώκρατες, τὸν ἄνδρα εἶναι, ἔφη. ― Ὡς σοφιστῇ ἄρα ἐρχόμεθα τελοῦντες τὰ χρήματα; ― Μάλιστα. ― Εἰ οὖν καὶ τοῦτό τίς σε προσέροιτο· [312a] «Αὐτὸς δὲ δὴ ὡς τίς γενησόμενος ἔρχῃ παρὰ τὸν Πρωταγόραν;» ― Καὶ ὃς εἶπεν ἐρυθριάσας—ἤδη γὰρ ὑπέφαινέν τι ἡμέρας, ὥστε καταφανῆ αὐτὸν γενέσθαι— Εἰ μέν τι τοῖς ἔμπροσθεν ἔοικεν, δῆλον ὅτι σοφιστὴς γενησόμενος. ― Σὺ δέ, ἦν δ᾽ ἐγώ, πρὸς θεῶν, οὐκ ἂν αἰσχύνοιο εἰς τοὺς Ἕλληνας σαυτὸν σοφιστὴν παρέχων; ― Νὴ τὸν Δία, ὦ Σώκρατες, εἴπερ γε ἃ διανοοῦμαι χρὴ λέγειν. ― Ἀλλ᾽ ἄρα, ὦ Ἱππόκρατες, μὴ οὐ τοιαύτην ὑπολαμβάνεις σου τὴν παρὰ Πρωταγόρου μάθησιν [312b] ἔσεσθαι, ἀλλ᾽ οἵαπερ ἡ παρὰ τοῦ γραμματιστοῦ ἐγένετο καὶ κιθαριστοῦ καὶ παιδοτρίβου; τούτων γὰρ σὺ ἑκάστην οὐκ ἐπὶ τέχνῃ ἔμαθες, ὡς δημιουργὸς ἐσόμενος, ἀλλ᾽ ἐπὶ παιδείᾳ, ὡς τὸν ἰδιώτην καὶ τὸν ἐλεύθερον πρέπει. ― Πάνυ μὲν οὖν μοι δοκεῖ, ἔφη, τοιαύτη μᾶλλον εἶναι ἡ παρὰ Πρωταγόρου μάθησις.
Οἶσθα οὖν ὃ μέλλεις νῦν πράττειν, ἤ σε λανθάνει; ἦν δ᾽ ἐγώ. ― Τοῦ πέρι; ― Ὅτι μέλλεις τὴν ψυχὴν τὴν σαυτοῦ παρασχεῖν [312c] θεραπεῦσαι ἀνδρί, ὡς φῄς, σοφιστῇ· ὅτι δέ ποτε ὁ σοφιστής ἐστιν, θαυμάζοιμ᾽ ἂν εἰ οἶσθα. καίτοι εἰ τοῦτ᾽ ἀγνοεῖς, οὐδὲ ὅτῳ παραδίδως τὴν ψυχὴν οἶσθα, οὔτ᾽ εἰ ἀγαθῷ οὔτ᾽ εἰ κακῷ πράγματι. ― Οἶμαί γ᾽, ἔφη, εἰδέναι. ― Λέγε δή, τί ἡγῇ εἶναι τὸν σοφιστήν; ― Ἐγὼ μέν, ἦ δ᾽ ὅς, ὥσπερ τοὔνομα λέγει, τοῦτον εἶναι τὸν τῶν σοφῶν ἐπιστήμονα. ― Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, τοῦτο μὲν ἔξεστι λέγειν καὶ περὶ ζωγράφων καὶ περὶ τεκτόνων, ὅτι οὗτοί εἰσιν οἱ τῶν σοφῶν ἐπιστήμονες· ἀλλ᾽ [312d] εἴ τις ἔροιτο ἡμᾶς, «Τῶν τί σοφῶν εἰσιν οἱ ζωγράφοι ἐπιστήμονες,» εἴποιμεν ἄν που αὐτῷ ὅτι τῶν πρὸς τὴν ἀπεργασίαν τὴν τῶν εἰκόνων, καὶ τἆλλα οὕτως. εἰ δέ τις ἐκεῖνο ἔροιτο, «Ὁ δὲ σοφιστὴς τῶν τί σοφῶν ἐστιν;» τί ἂν ἀποκρινοίμεθα αὐτῷ; ποίας ἐργασίας ἐπιστάτης; ― Τί ἂν εἴποιμεν αὐτὸν εἶναι, ὦ Σώκρατες, ἢ ἐπιστάτην τοῦ ποιῆσαι δεινὸν λέγειν; ― Ἴσως ἄν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἀληθῆ λέγοιμεν, οὐ μέντοι ἱκανῶς γε· ἐρωτήσεως γὰρ ἔτι ἡ ἀπόκρισις ἡμῖν δεῖται, περὶ ὅτου ὁ σοφιστὴς δεινὸν ποιεῖ λέγειν· ὥσπερ ὁ κιθαριστὴς [312e] δεινὸν δήπου ποιεῖ λέγειν περὶ οὗπερ καὶ ἐπιστήμονα, περὶ κιθαρίσεως· ἦ γάρ; ― Ναί. ― Εἶεν· ὁ δὲ δὴ σοφιστὴς περὶ τίνος δεινὸν ποιεῖ λέγειν; ― Δῆλον ὅτι περὶ οὗπερ καὶ ἐπίστασθαι; ― Εἰκός γε. τί δή ἐστιν τοῦτο περὶ οὗ αὐτός τε ἐπιστήμων ἐστὶν ὁ σοφιστὴς καὶ τὸν μαθητὴν ποιεῖ; ― Μὰ Δί᾽, ἔφη, οὐκέτι ἔχω σοι λέγειν.

Συζήτηση για το περιεχόμενο της διδασκαλίας του Πρωταγόρα.
Ύστερ᾽ απ᾽ αυτά σηκωθήκαμε και κάναμε βόλτες στην αυλή· κι εγώ [311b] θέλοντας να δοκιμάσω την αποφασιστικότητα του Ιπποκράτη τού πετούσα λόγια και τον ρωτούσα: Πες μου, του είπα, Ιπποκράτη· τώρα βάλθηκες να πας στον Πρωταγόρα να του δώσεις χρήματα, για να σου παραδώσει μαθήματα· γιατί; τί είναι αυτός και τί θα σε κάμει κι εσένα; Νά, ας πούμε ότι σου περνούσε απ᾽ το μυαλό και πήγαινες στο συνονόματό σου, τον Ιπποκράτη τον Κώο, τον Ασκληπιάδη, και του έδινες χρήματα, για να σου παραδώσει μαθήματα· λοιπόν, αν κάποιος σε ρωτούσε: ― Πες μου, Ιπποκράτη, στον Ιπποκράτη πας να δώσεις χρήματα, γιατί; [311c] τί είναι αυτός; Ποιά απάντηση θα έδινες;
Θα έλεγα, μου είπε, επειδή είναι γιατρός.
Για να γίνεις εσύ τί;
Γιατρός, είπε.
Κι αν πάλι σου περνούσε απ᾽ το μυαλό και πήγαινες στον Πολύκλειτο τον Αργείο ή τον Φειδία τον Αθηναίο και τους πλήρωνες, για να σου παραδώσουν μαθήματα, και κάποιος σε ρωτούσε: ― Πας να πληρώσεις χρήματα στον Πολύκλειτο και τον Φειδία, γιατί; τί είναι αυτοί; Ποιά απάντηση θα έδινες;
Θα έλεγα, είπε, επειδή είναι αγαλματοποιοί.
Για να γίνεις ο ίδιος τί;
Θέλει και ρώτημα; αγαλματοποιός.
Πάει καλά, είπα εγώ. [311d] Τώρα λοιπόν ξεκινάμε εσύ κι εγώ για τον Πρωταγόρα πρόθυμοι να του πληρώσουμε χρήματα — αν φτάνουν τα δικά μας και τον κάνουμε να δεχτεί μ᾽ αυτά· αλλιώς, ξοδεύοντας από πάνω και των φίλων μας τα λεφτά. Αν λοιπόν, την ώρα που εμείς τόσο μεγάλο ενδιαφέρον θα δείχνουμε γι᾽ αυτή την υπόθεση, κάποιος μας ρωτούσε: — Πες μου, εσύ Σωκράτη κι εσύ Ιπποκράτη, πάτε να δώσετε χρήματα στον Πρωταγόρα· γιατί; τί είναι αυτός; [311e] Με ποιό άλλο όνομα ακούμε να αποκαλούν τον Πρωταγόρα, όπως λεν τον Φειδία αγαλματοποιό και τον Όμηρο ποιητή; Τί ανάλογο ακούμε για τον Πρωταγόρα;
Θέλει και ρώτημα, Σωκράτη; Ο άνθρωπος είναι σοφιστής, έτσι τον αποκαλούν.
Πάμε να του πληρώσουμε χρήματα λοιπόν, επειδή είναι σοφιστής;
Μάλιστα.
Κι αν σου έκανε κάποιος κι αυτή την ερώτηση: [312a] Λοιπόν πηγαίνεις εσύ στον Πρωταγόρα, για να γίνεις τί;
Και αυτός κοκκίνισε —γιατί, καθώς η μέρα πήρε κάπως να χαράζει, τον έβλεπα ολοκάθαρα— και είπε: Αν η απάντησή μου πρέπει να μοιάζει με τις προηγούμενες, είναι ολοφάνερο: για να γίνω σοφιστής.
Κι εσύ, για όνομα των θεών, δε θα ντρεπόσουν να παρουσιαστείς στους Έλληνες ως σοφιστής;
Μά τον Δία, ναι, Σωκράτη, μια και πρέπει να σου λέω αυτό που σκέφτομαι.
Αλλά, Ιπποκράτη, μήπως σκέφτεσαι ότι η μόρφωση που θα πάρεις [312b] δε θα είναι τέτοια, αλλά νά, σαν κι αυτή που πήρες από το δάσκαλο και το γυμναστή και τον κιθαριστή; Δηλαδή εσύ την καθεμιά από τις τέχνες αυτές δεν τη διδάχτηκες ως επάγγελμα, για να γίνεις ειδικός, αλλά για να πάρεις γενική μόρφωση, όπως ταιριάζει σ᾽ έναν ερασιτέχνη κι ελεύτερο άνθρωπο.
Το πέτυχες, είπε. Μάλλον μια τέτοια μόρφωση νομίζω ότι παίρνει κανείς από τον Πρωταγόρα.
Ξέρεις τάχα τί πας να κάνεις τώρα ή δεν το υποψιάζεσαι; του είπα.
Για ποιό πράμα μιλάς;
Ότι πας να εμπιστευτείς τη φροντίδα της ψυχής σου [312c] στα χέρια ενός ανθρώπου, που είναι, όπως τον αποκαλείς, σοφιστής. Άραγε όμως ξέρεις τί είναι o σοφιστής; Το αποκλείω. Και βέβαια, αν αυτό δεν ξέρεις, ούτε σε ποιανού χέρια παραδίνεις την ψυχή σου ξέρεις, ούτε αν αυτός είναι καλός ή κακός άνθρωπος.
Πιστεύω ότι το ξέρω, είπε.
Εμπρός, λέγε, τί κατά τη γνώμη σου είναι ο σοφιστής;
Εγώ, μου είπε, νομίζω ότι, όπως το λέει και η ονομασία του, είναι ο κάτοχος της σοφίας.
Λοιπόν, του είπα, αυτό μπορεί να ειπωθεί και για τους ζωγράφους και για τους τεχνίτες, ότι είναι κάτοχοι σοφίας. [312d] Αλλά αν κάποιος μας ρωτούσε: Οι ζωγράφοι τί λογής σοφία κατέχουν; θα του λέγαμε βέβαια ότι αυτή που έχει να κάνει με τη φιλοτέχνηση των εικόνων — και πάει λέγοντας. Αν όμως κάνει κι αυτή την ερώτηση: Κι ο σοφιστής τί λογής σοφία κατέχει; Ποιά απάντηση θα του δίναμε; Ποιά τέχνη κατέχει;
Τί άλλο θα πούμε ότι είναι αυτός, Σωκράτη, αν όχι ότι είναι ειδικός να σε κάμει επιδέξιο ομιλητή;
Μπορεί αυτό που θα λέγαμε να ήταν αληθινό, του είπα, όμως δε θα τον ικανοποιούσαμε. Γιατί η απάντησή μας φέρνει και άλλη ερώτηση: πάνω σε τί ο σοφιστής σε κάνει επιδέξιο ομιλητή; [312e] Νά, ο κιθαριστής βέβαια σε κάνει επιδέξιο ομιλητή πάνω σ᾽ αυτό που σου μαθαίνει τα μυστικά του — στην τέχνη της κιθάρας, έτσι;
Ναι.
Πάει καλά. Ο σοφιστής λοιπόν πάνω σε τί σε κάνει επιδέξιο ομιλητή;
Ολοφάνερα πάνω σ᾽ αυτό που κατέχει.
Είναι λογικό. Λοιπόν τί είναι εκείνο που και ο ίδιος κατέχει τα μυστικά του και τα μαθαίνει και στους μαθητές του;
Μά τον Δία, δεν ξέρω πια τί να σου απαντήσω, μου είπε.