Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πρωταγόρας (347a-348c)

Καὶ ὁ Ἱππίας, Εὖ μέν μοι δοκεῖς, ἔφη, ὦ Σώκρατες, καὶ σὺ περὶ τοῦ ᾄσματος διεληλυθέναι· ἔστιν μέντοι, ἔφη, καὶ [347b] ἐμοὶ λόγος περὶ αὐτοῦ εὖ ἔχων, ὃν ὑμῖν ἐπιδείξω, ἂν βούλησθε.
Καὶ ὁ Ἀλκιβιάδης, Ναί, ἔφη, ὦ Ἱππία, εἰς αὖθίς γε· νῦν δὲ δίκαιόν ἐστιν ἃ ὡμολογησάτην πρὸς ἀλλήλω Πρωταγόρας καὶ Σωκράτης, Πρωταγόρας μὲν εἰ ἔτι βούλεται ἐρωτᾶν, ἀποκρίνεσθαι Σωκράτη, εἰ δὲ δὴ βούλεται Σωκράτει ἀποκρίνεσθαι, ἐρωτᾶν τὸν ἕτερον.
Καὶ ἐγὼ εἶπον· Ἐπιτρέπω μὲν ἔγωγε Πρωταγόρᾳ ὁπότερον αὐτῷ ἥδιον· εἰ δὲ βούλεται, περὶ μὲν ᾀσμάτων τε καὶ ἐπῶν [347c] ἐάσωμεν, περὶ δὲ ὧν τὸ πρῶτον ἐγώ σε ἠρώτησα, ὦ Πρωταγόρα, ἡδέως ἂν ἐπὶ τέλος ἔλθοιμι μετὰ σοῦ σκοπούμενος. καὶ γὰρ δοκεῖ μοι τὸ περὶ ποιήσεως διαλέγεσθαι ὁμοιότατον εἶναι τοῖς συμποσίοις τοῖς τῶν φαύλων καὶ ἀγοραίων ἀνθρώπων. καὶ γὰρ οὗτοι, διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἀλλήλοις δι᾽ ἑαυτῶν συνεῖναι ἐν τῷ πότῳ μηδὲ διὰ τῆς ἑαυτῶν φωνῆς καὶ τῶν λόγων τῶν ἑαυτῶν ὑπὸ ἀπαιδευσίας, τιμίας ποιοῦσι [347d] τὰς αὐλητρίδας, πολλοῦ μισθούμενοι ἀλλοτρίαν φωνὴν τὴν τῶν αὐλῶν, καὶ διὰ τῆς ἐκείνων φωνῆς ἀλλήλοις σύνεισιν· ὅπου δὲ καλοὶ κἀγαθοὶ συμπόται καὶ πεπαιδευμένοι εἰσίν, οὐκ ἂν ἴδοις οὔτ᾽ αὐλητρίδας οὔτε ὀρχηστρίδας οὔτε ψαλτρίας, ἀλλὰ αὐτοὺς αὑτοῖς ἱκανοὺς ὄντας συνεῖναι ἄνευ τῶν λήρων τε καὶ παιδιῶν τούτων διὰ τῆς αὑτῶν φωνῆς, λέγοντάς τε καὶ ἀκούοντας ἐν μέρει ἑαυτῶν κοσμίως, κἂν πάνυ [347e] πολὺν οἶνον πίωσιν. οὕτω δὲ καὶ αἱ τοιαίδε συνουσίαι, ἐὰν μὲν λάβωνται ἀνδρῶν οἷοίπερ ἡμῶν οἱ πολλοί φασιν εἶναι, οὐδὲν δέονται ἀλλοτρίας φωνῆς οὐδὲ ποιητῶν, οὓς οὔτε ἀνερέσθαι οἷόν τ᾽ ἐστὶν περὶ ὧν λέγουσιν, ἐπαγόμενοί τε αὐτοὺς οἱ πολλοὶ ἐν τοῖς λόγοις οἱ μὲν ταῦτά φασιν τὸν ποιητὴν νοεῖν, οἱ δ᾽ ἕτερα, περὶ πράγματος διαλεγόμενοι ὃ ἀδυνατοῦσι ἐξελέγξαι· ἀλλὰ τὰς μὲν τοιαύτας συνουσίας [348a] ἐῶσιν χαίρειν, αὐτοὶ δ᾽ ἑαυτοῖς σύνεισιν δι᾽ ἑαυτῶν, ἐν τοῖς ἑαυτῶν λόγοις πεῖραν ἀλλήλων λαμβάνοντες καὶ διδόντες. τοὺς τοιούτους μοι δοκεῖ χρῆναι μᾶλλον μιμεῖσθαι ἐμέ τε καὶ σέ, καταθεμένους τοὺς ποιητὰς αὐτοὺς δι᾽ ἡμῶν αὐτῶν πρὸς ἀλλήλους τοὺς λόγους ποιεῖσθαι, τῆς ἀληθείας καὶ ἡμῶν αὐτῶν πεῖραν λαμβάνοντας· κἂν μὲν βούλῃ ἔτι ἐρωτᾶν, ἕτοιμός εἰμί σοι παρέχειν ἀποκρινόμενος· ἐὰν δὲ βούλῃ, σὺ ἐμοὶ παράσχες, περὶ ὧν μεταξὺ ἐπαυσάμεθα διεξιόντες, τούτοις τέλος ἐπιθεῖναι.
[348b] Λέγοντος οὖν ἐμοῦ ταῦτα καὶ τοιαῦτα ἄλλα οὐδὲν ἀπεσάφει ὁ Πρωταγόρας ὁπότερα ποιήσοι. εἶπεν οὖν ὁ Ἀλκιβιάδης πρὸς τὸν Καλλίαν βλέψας, Ὦ Καλλία, δοκεῖ σοι, ἔφη, καὶ νῦν καλῶς Πρωταγόρας ποιεῖν, οὐκ ἐθέλων εἴτε δώσει λόγον εἴτε μὴ διασαφεῖν; ἐμοὶ γὰρ οὐ δοκεῖ· ἀλλ᾽ ἤτοι διαλεγέσθω ἢ εἰπέτω ὅτι οὐκ ἐθέλει διαλέγεσθαι, ἵνα τούτῳ μὲν ταῦτα συνειδῶμεν, Σωκράτης δὲ ἄλλῳ τῳ διαλέγηται ἢ ἄλλος ὅστις ἂν βούληται ἄλλῳ.
[348c] Καὶ ὁ Πρωταγόρας αἰσχυνθείς, ὥς γέ μοι ἔδοξεν, τοῦ τε Ἀλκιβιάδου ταῦτα λέγοντος καὶ τοῦ Καλλίου δεομένου καὶ τῶν ἄλλων σχεδόν τι τῶν παρόντων, μόγις προυτράπετο εἰς τὸ διαλέγεσθαι καὶ ἐκέλευεν ἐρωτᾶν αὑτὸν ὡς ἀποκρινούμενος.

Η ερμηνεία ποιημάτων δεν βοηθά τη φιλοσοφική έρευνα.
Τότε είπε ο Ιππίας: Μου φαίνεται πως και η δική σου ανάλυση της ωδής είναι πετυχημένη, Σωκράτη· αλλά έχω κι εγώ [347b] για την ίδια ωδή μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία· αν θέλετε, να σας την εκθέσω.
Κι ο Αλκιβιάδης: Σύμφωνοι, είπε, αλλά σε άλλη ευκαιρία, Ιππία. Τώρα όμως —τέτοια συμφωνία δεν έκαναν μεταξύ τους ο Πρωταγόρας κι ο Σωκράτης;— είναι σωστό, αν ο Πρωταγόρας έχει να κάνει καμιά άλλη ερώτηση, να του απαντήσει ο Σωκράτης· κι αν επιτέλους δέχεται αυτός ν᾽ απαντά στον Σωκράτη, να υποβάλει ερωτήσεις ο δεύτερος.
Είπα κι εγώ: Αφήνω στον Πρωταγόρα να διαλέξει ό,τι του είναι πιο ευχάριστο· αν όμως συμφωνεί, ας αφήσουμε κατά μέρος τις ωδές και τα έπη· [347c] γιατί θα ένιωθα μεγάλη χαρά, Πρωταγόρα, αν φτάναμε μαζί στο τέλος της έρευνας για εκείνα που σε ρώτησα στην αρχή. Γιατί μου φαίνεται ότι οι συζητήσεις πάνω στα ποιήματα μοιάζουν πάρα πολύ με τα συμπόσια των αμόρφωτων, των ανθρώπων της αγοράς. Δηλαδή αυτοί, επειδή τους λείπει η καλλιέργεια και δεν μπορούν, καθώς πίνουν, να κρατούν τη συντροφιά τους μόνοι τους, δηλαδή με τραγούδια και συζητήσεις δικές τους, έδωσαν αξία [347d] στις αυλητρίδες, νοικιάζοντας με πολλά χρήματα ξένη φωνή, τη φωνή του αυλού, και μ᾽ αυτή κρατούν τη συντροφιά τους. Όταν όμως η συντροφιά είναι από ανθρώπους καλούς και ενάρετους και καλλιεργημένους, ούτε αυλητρίδες ούτε χορεύτριες ούτε κιθαρίστριες εμφανίζονται, αλλά αυτοί καταφέρνουν μόνοι τους να κρατούν τη συντροφιά τους, δίχως αυτές τις ανοησίες και τα παιδιαρίσματα, τραγουδώντας οι ίδιοι τους· ο καθένας με τη σειρά του γίνεται αφηγητής ή ακροατής, χωρίς να παραφέρονται, ακόμα κι όταν [347e] πίνουν κρασί με την ψυχή τους. Το ίδιο λοιπόν και σε συγκεντρώσεις όπως καληώρα, όταν συγκεντρώνουν άντρες με χαρίσματα, τέτοια που οι περισσότεροι της συντροφιάς μας πιστεύουν ότι έχουν — ποιά ανάγκη υπάρχει από ξένες φωνές και ποιητές, που δεν μπορεί κανείς να τους ζητήσει εξηγήσεις πάνω σ᾽ αυτά που λένε; Και έτσι, όταν οι κοινοί άνθρωποι τους αναφέρουν για να ενισχύσουν μια άποψή τους, ο ένας υποστηρίζει ότι ο ποιητής εννοεί αυτό, ο άλλος ότι κάτι διαφορετικό — κι αυτό επειδή συζητούν για κάτι που δεν μπορεί να ξεκαθαριστεί εντελώς· οι καλλιεργημένοι άνθρωποι όμως αφήνουν κατά μέρος τέτοιες συζητήσεις [348a] και κρατούν τη συντροφιά τους με τα μέσα που διαθέτουν μόνοι τους, καθώς ο ένας δοκιμάζει τον άλλο από τη συμμετοχή του στη συζήτηση. Νομίζω λοιπόν ότι κι εμείς οι δυο αυτούς τους τελευταίους πρέπει να μιμηθούμε· ν᾽ αφήσουμε κατά μέρος τους ποιητές και να περιορίσουμε τη συζήτησή μας ανάμεσά μας: να προσπαθήσουμε να δούμε πού βρίσκεται η αλήθεια και να δοκιμάσουμε τις δυνάμεις μας. Τώρα, αν προτιμάς να συνεχίσεις τις ερωτήσεις σου, είμαι στη διάθεσή σου και σου απαντώ· αν όμως προτιμάς, κάνε μου εσύ την παραχώρηση, ώστε να ολοκληρώσουμε τη συζήτηση που αρχίσαμε και την αφήσαμε στη μέση.

Ο Πρωταγόρας πείθεται να συνεχιστεί η διαλογική συζήτηση.
[348b] Καθώς έλεγα εγώ αυτά κι άλλα παρόμοια, ο Πρωταγόρας δεν άφηνε καθόλου να φανεί καθαρά ποιό από τα δυο θα κάνει. Τότε ο Αλκιβιάδης στράφηκε προς τον Καλλία και του είπε: Τί λες, Καλλία, σου αρέσει και τώρα η στάση του Πρωταγόρα, που δε θέλει να πει ξεκάθαρα αν θα δεχτεί να συζητήσει ή όχι; Εμένα πάντως δε μ᾽ αρέσει· λοιπόν ας αρχίσει τη συζήτηση ή ας δηλώσει ότι δεν έχει διάθεση να συζητήσει κι έτσι εμείς απ᾽ αυτό να σχηματίσουμε γνώμη για το πρόσωπό του κι ο Σωκράτης να συζητήσει με κάποιον άλλο ή ν᾽ ανοίξει συζήτηση όποιος άλλος θέλει με άλλον.
[348c] Από τα λόγια του Αλκιβιάδη και τα παρακάλια του Καλλία και όλης σχεδόν της συντροφιάς μού φαίνεται ότι ντράπηκε ο Πρωταγόρας· λοιπόν αποφάσισε, απρόθυμα, να συζητήσει και με προκάλεσε να του υποβάλω ερωτήσεις λέγοντας ότι θα δώσει απαντήσεις.