Parallel Search

Search

Go
Show

Results for: "σχετικιστικός"

1 λέξη με 1 εμφανίσεις

σχετικιστικό (1) [σχετικιστικός - A:Ams:Nns:Ans:Vns]

N1506 P013 L033   …α της γνώσης με ιστορικιστικό, σχετικιστικό τρόπο, επιχειρώντας να εξηγήσο…

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go