Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αφρομηλιά
1 εγγραφή
αφρομηλιά [afromiljá] η, region. (Pelop)
  • apple tree producing soft and juicy apples

[der of αφρόμηλο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες