Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ασπίδα1 [aspí∂a] η, (L)
- ① milit shield (syn σκουτάρι):
- το φεγγάρι ανεβαίνει ψηλά, ολοστρόγγυλο και μεταλλικό, όμοιο με αρχαία ~(ChZalokostas) |
- ήσαν κάπου πενήντα άντρες με δόρατα .. κι ασπίδες (Karagatsis) |
- ο αρχικός τρούλος της Aγιάς Σοφιάς δεν ήταν τρούλος αλλά ~ επί λοφίων (Michelis)
- ⓐ fig protector, guard, shield (near-syn προστάτης):
- γονατισμένοι μπροστά στην παλληκαριά των λίγων φαντάρων, που είχαν καταντήσει η ~της Eλλάδας (ChZalokostas) |
- poem είναι η δική σου ~| η αγάπη του λαού (Markoras)
- ② protective barrier, screen, shield (near-syn κάλυμμα, προπέτασμα):
- το τοιχάκι είναι η ~που εμποδίζει τα κακά πνέματα να μπούνε στο σπίτι (Kazantz) |
- δίπλα του .. βρισκόταν κάποιος που του έκανε ~ (Ouranis) |
- η διορατικότητά του .. αποτελεί μια ~ και για τον ίδιο τον εαυτό του (Chatzinis) |
- τράβηξε την εφημερίδα .. και την έβαλε πάλι ~ μπροστά του (Koumantareas) |
- poem το καλοκαίρι αντίνηλιο και ασπίδες το χειμώνα | στέκουνε ολόρθα τα βουνά κλ (Zevgoli)
- ③ prophylactic, sheath, condom (syn καπότα, L προφυλακτικό)
[fr kath ασπίς ← MG ← K (also pap), AG]
- ① milit shield (syn σκουτάρι):
- ασπίδα2 [aspí∂a] η, zoo
- asp, viper (syn αστρίτης):
- poem ποιος πηλαλάει θριαμβικά στη ζέστη αυτή των τροπικών; | κάκτοι, ασπίδες, λεοπάρδαλοι και κόμπρες (Tziovas)
[fr postmed, MG ασπίδα (& οσπίδα Rhodes) ← K (also pap), AG, perh fr the shape of this snake's head]
- asp, viper (syn αστρίτης):