Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αρμενόφωνος, -η, -ο [armenόfonos]
- Armenian-speaking:
- αρμενόφωνοι Έλληνες |
- αρμενόφωνες περιοχές
[fr kath (neol Koumanoudis) αρμενόφωνος, cpd w. -φωνος; cf αλλόφωνος, γαλλόφωνος, ξενόφωνος etc]
- Armenian-speaking: