Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρμενόφωνος
1 εγγραφή
αρμενόφωνος, -η, -ο [armenόfonos]
  • Armenian-speaking:
    • αρμενόφωνοι Έλληνες |
    • αρμενόφωνες περιοχές

[fr kath (neol Koumanoudis) αρμενόφωνος, cpd w. -φωνος; cf αλλόφωνος, γαλλόφωνος, ξενόφωνος etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες