Greek-English Dictionary (Georgakas)
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αποπίσω [apopíso] adv
- ① fr behind (ant απομπρός):
- τον αγκάλιασε, τον σκούντησε ~ |
- του επιτέθηκε ~ |
- ο φορολογούμενος το 'βαλε στα πόδια κι ο χωροφύλακας του 'ριξε ~ (Psathas) |
- κρατάει με το αριστερό χέρι της ~ το κεφάλι ενός παιδιού, που βλέπει προς αυτή (Karouzou) |
- δουλειά κ' έγνοια του είναι να πηγαίνει ~ να τσιγκλάει το γάιδαρο (Sfakianakis)
- ② in back (of), behind (syn πίσω):
- παραμονεύει, στέκεται ~ του |
- καβαλικεύω (στη μοτοσυκλέτα) ~ |
- prov ~ βρίζουν και το βασιλιά they curse even the king behind his back |
- phr έχει μάτια κι ~ he has eyes even at the back of his head, he sees everything |
- τον φώναζε ~ απ' την καλύβα, τον έδερνε και του έπαιρνε τη σύνταξη (KChatzop) |
- άκουσεν ~ του την κλαψιάρικη φωνή του ζητιάνου (Karkavitsas) |
- ο τοίχος δεν έχει παράθυρα, γιατί ~ του δεν υπήρχε κανένα δωμάτιο (Miliadis) |
- έκοψε ~ |
- poem .. o Oδυσσέας το δόλο | δεν τον ξεχνούσε, μόν' τον κλώτσησε στο γόνατο ~ (Homer Il 23.726 Kaz-Kakr)
- ⓐ behind, after (syn ξοπίσω, πίσω):
- ακολουθεί, έρχεται, περπατά ~ του |
- την σέρνει ~ του |
- phr τον παίρνω ~ I follow him (syn ακολουθώ A1a) |
- folkt ~ του κανονιές αμέτρητες, αλλά καμιά δεν τον πέτυχε (Megas) |
- σα βγήκα όξω, έκλεισε δυνατά την πόρτα ~ |
- τον κυνήγησε ο πάπας με τους καβαλάρηδες, που έστειλε ~ του (Kanellop) |
- poem φεύγω εγώ κι αυτοί ~ (Stavrou Ar)
- ⓑ in adj function found at the back or behind, back (syn πισινός, πίσω):
- οι αξιωματικοί τούς ξετάζουνε μέσα στο τελωνείο και τους κατεβάζουνε στην ~ σκάλα (Vlachogiannis) |
- κατρακύλησα την ~ ράχη, πήδησα στο μονοπάτι (Prevelakis) |
- το ~ τζαμί είναι εκκλησούλα σε σχήμα σταυρού (Karouzos)
[fr postmed, MG αποπίσω, cpd fr phr απ' οπίσω]
- ① fr behind (ant απομπρός):



