Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντιπαραστατικός
2 εγγραφές [1 - 2]
αντιπαραστατικός1 [andiparastatikós] ο, (L) philos & art
  • one opposed to the verisimilar representation of reality, antirepresentationalist:
    • οι αντιπαραστατικοί όλων των αποχρώσεων (sc στην τέχνη, την επιστήμη, τη φιλοσοφία) συγκεντρώνουν τα πυρά τους ενάντια στη λογική της παλιάς μεταφυσικής (Dizikirikis)

[substantiv. m of αντιπαραστατικός2 1]

αντιπαραστατικός2, -ή, -ό [andiparastatikós] (L)
  • ① opposing the verisimilar representation of reality, antirepresentationalist:
    • οι αντιπαραστατικοί θεωρητικοί πιστεύουν ότι η αντίληψη της κίνησης στην παραδοσιακή τέχνη βασίζεται πάντα στην ακινησία του θεατή (Dizikirikis)
  • ② art non-representational (ant παραστατικός):
    • αντιπαραστατική τέχνη

[cpd w. παραστατικός; cf LK ἀντιπαραστατικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες