Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντηχείο
1 εγγραφή
αντηχείο [andi ío] το, (L) phys
  • resonator (syn αντηχητής, συνηχητής):
    • η πλάτη του ήταν όλη μια πληγή και το στήθος του οδυνηρό ~ των χτύπων της καρδιάς του (AVlachos) |
    • ~ το άδειο δωμάτιο, γιόμισε από τη φράση, πολλαπλασίασε την ένταση του ατέρμονου χρόνου της αναμονής, σάλεψε μέσα της σα ζωντανό ξένο σώμα, που έπρεπε να ελευθερωθεί από αυτό (TMilliex) |
    • poem είναι η καρδιά μου ένα ~ | εκεί που τελειώνει η άβυσσο (Vrettakos) |
    • σ' ακούω σε τούτη τη φωνή | κομμένη απ' τ' άπειρο ~ των βράχων (TPappas)

[fr kath (neol) αντηχείον, cf AG ἠχεῖον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες