Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αντεθνικό [andeθnikó] το, (L)
- opposition to the national interest, lack of patriotic feeling (syn αντεθνικότητα):
- η άποψη του υπουργού εγγίζει τα όρια του αντεθνικού (Angelop, adapted)
[substantiv. n of αντεθνικός2]
- opposition to the national interest, lack of patriotic feeling (syn αντεθνικότητα):
- αντεθνικός1 [andeθnikós] ο, (L)
- person acting against the national interest, antinational or unpatriotic person (syn εθνικός, πατριώτης):
- τις ιερές παρακαταθήκες τις είχαν καταλύσει οι καθαρευουσιάνοι· αυτοί κατά τον Ψυχάρη ήταν οι επαναστάτες, οι αντεθνικοί (Theotokas)
[substantiv. m of αντεθνικός2]
- person acting against the national interest, antinational or unpatriotic person (syn εθνικός, πατριώτης):
- αντεθνικός2, -ή, -ό [andeθnikós] (L)
- against the national interest, antinational, unpatriotic (ant εθνικός, πατριωτικός):
- αντεθνική απειλή, επιρροή, πολιτική, προγονοπληξία προπαγάνδα, στάση, σκευωρία, συμπεριφορά, συνομωσία |
- αντεθνικές ενέργειες antinational activities |
- καταστάσεις αντεθνικές και εκτός νόμου |
- αντεθνικό έργο, πραξικόπημα |
- αισθήματα αντεθνικά |
- αντεθνικά διδάγματα |
- τη χωροφυλακή ο Zέβγος θεωρεί αντεθνικό σώμα, εκτός νόμου (ChZalokostas) |
- η αντιπολίτευση που θορυβείται χαρακτηρίζεται αντεθνική από τον εθνικόν αυτόν άντρα (Palaiologos) |
- για ανθρώπους παλαιούς ο Kωστής Παλαμάς εξακολουθεί να είναι το σκοτεινό, ακατανόητο και αντεθνικό σύμβολο κάθε λογοτεχνικού φουτουρισμού και κάθε ανταρσίας (Theotokas)
[fr kath αντεθνικός (neol Koumanoudis), cpd of αντ(ι)- & kath εθνικός]
- against the national interest, antinational, unpatriotic (ant εθνικός, πατριωτικός):
- αντεθνικότητα [andeθnikótita] η, (L)
- antinationalism, lack of patriotism (syn το αντεθνικό):
- η ~ της δράσεώς του καταδικάζεται από τους αρμοδίους
[fr kath (neol Koumanoudis) αντεθνικότης (attested 1832), der of αντεθνικός2]
- antinationalism, lack of patriotism (syn το αντεθνικό):