Greek-English Dictionary (Georgakas)
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αντάμωση [andámosi] η,
- meeting, encounter:
- καλή ~ would that we meet again under good conditions! au revoir! |
- καλές αντάμωσες (same meaning) |
- ακόμα πιο ζωηρή ήταν η χαρά της αντάμωσης από τον πόνο του χωρισμού (Xenop) |
- το μέρος όπου έγινε η ~ των αρχηγών το βαστούσε ο φράγκικος στρατός (Prevelakis) |
- την άλλη μέρα μας παράγγειλε να πάω προς αντάμωσή του (Valtinos) |
- ένας λοχαγός του στρατηγείου έρχεται σε αντάμωσή μας (ADoxas) |
- πρώτες οι γυναίκες δώσανε το σύνθημα να πάνε όλοι προς ~ του Παπουλάκου (Bastias) |
- folks. πάλι καλές αντάμωσες, πάλι ν' ανταμωθούμε | στον Άι-Λια στον πλάτανο που 'ναι μια κρύα βρύση |
- poem τι τώρα δα ειχ' ~ με τον Kαραϊσκάκη (Sikel) |
- της νίκης στέφανος ας είν' η αντάμωσή μας (Rotas) |
- η Kατερίνα, που 'ρθε προς ~, | με κράταε, μανούλα μου, απ' το χέρι (Zevgoli-G)
[fr LMG αντάμωσι (Somavera) ← MG *εντάμωσις (cf Pontic εντάμωσι), der of MG ενταμώνω (so Pontic)]
- meeting, encounter:



