Greek-English Dictionary (Georgakas)

Go

Search options

Basket

Results for: ανοιχτοκίτρινος
1 item total
ανοιχτοκίτρινος, -η, -ο [anixtocítrinos]
  • of light yellow color:
    • μια κύλικα ωραιότατη στην πολυχρωμία της |
    • σε ανοιχτοκίτρινο φόντο είναι ζωγραφισμένα με μαύρο και κόκκινο χρώμα δυο αντιμέτωπα κοκόρια (Karouzos)

[cpd w. κίτρινος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go