Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανεμότρατα
2 εγγραφές [1 - 2]
ανεμότρατα [anemótrata] η, fish.
  • ① trawler (originally propelled by sail, now also for engine-driven trawler):
    • η ~ δεν είχε μηχανή. Δούλευε πάντα με το πανί, με τον άνεμο, γι' αυτό και ονομαζόταν ~ (Zappas) |
    • κάθε πρωί σεργιάνιζε το βλέμμα της απ' το παράθυρο στις ανεμότρατες (Koulouris) |
    • πάνου στην πλώρη μιας ανεμότρατας ένας ναύτης τραγουδά (Myriv) |
    • poem και μαύρες πλήθιες ανεμότρατες στα κύματα αρμενίζαν (Kazantz Od 21.116)
  • ② trawl, trawlnet, dragnet (syn ανέμη2):
    • ψαρεύουν με ~ |
    • οι ανέμες ή ανεμότρατες είναι σπουδαία και φοβερά εργαλεία της τέχνης (Bastias) |
    • αυτές τις διαστάσεις παρουσιάζουν τα μεγάλα καπόνια που πιάνονται με τις ανεμότρατες (Potamianos) |
    • αυτό το άγαλμα το βρήκε τυχαία μια ~ στο βυθό της θάλασσας (Karouzos)

[cpd of άνεμος & LMG τράτα]

ανεμοτρατάρης [anemotratáris] ο, fish.
  • trawlerman:
    • ένας ~ γίγαντας ως εκεί πάνω, είχε περάσει τη λαγουδέρα κάτου απ' τα σκέλια του (Zappas) |
    • οι ανεμοτρατάρηδες και το σινάφι τους ο "Άι-Nικόλας" ξεμολογούνται το κακό (Bastias)

[der of ανεμότρατα w. suff -άρης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες