Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανεμοπόδαρος
1 εγγραφή
ανεμοπόδαρος, -η, -ο [anemopó∂aros] (D) & lit
  • quick, fast, swift (syn in ανεμοκυκλοπόδης):
    • στήνει στις πλατείες τ' άλογα τ' ανεμοπόδαρα, ακράτητου λαού συμβολική παράσταση (Karkavitsas) |
    • έβλεπε την τιμωρία να καταφθάνει με γρηγοράδα λάμιας ανεμοπόδαρης (id.) |
    • poem κ' η Ίριδα τρέχει η ανεμοπόδαρη κι απ' τη σφαγή τη βγάζει (Homer Il 5.353 Kaz-Kakr) |
    • να ήμαν εγώ ρηγόπουλο θα σόστενα καρτέρι | και κλεφτικά θα σ' άρπαζα σ' ανεμοπόδαρο άτι (Athanas)

[cpd of AG ἄνεμος & MG ποδάρι(ν)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες