Greek-English Dictionary (Georgakas)
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- αναλογικότητα [analoyikótita] η, gen αναλογικότητας (L)
- proportionality:
- οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να γίνονται σύμφωνα με .. την αρχή της αναλογικότητας από την άποψη του χρόνου, του τόπου και της σχέσεως των δαπανών προς το εθνικό εισόδημα (Angelop)
[neol, der of αναλογικός]
- proportionality:



