Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανακλητηρι
2 εγγραφές [1 - 2]
ανακλητήριο [anaklitírio] το,
  • ① milit call to quarters, recall, retreat (syn ανακλητικό):
    • ένας σαλπιγκτής σάλπισε ~
  • ② diplom ανακλητήρια τα, documents by which the recall of a diplomatic representative is made known to the host state, letters of recall (syn ανακλητήρια γράμματα)

[fr neol ανακλητήριον σάλπισμα (Koumanoudis), substantiv. and neol ανακλητήρια γράμματα (ibid.), also substantiv.]

ανακλητήριος, -α, -ο [anaklitírios] (L)
  • of recall, revocatory:
    • ανακλητήρια γράμματα or έγγραφα letters of recall

[fr K *ἀνακλητήριος; cf τα ἀνακλητήρια (Polyb.) w. a different sense; cf neol τα διαπιστευτήρια letters of credence, credentials]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες