Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αμφοτεροβαρής
1 εγγραφή
αμφοτεροβαρής, -ής, -ές [amfoterovarís] (L)
  • bilateral, reciprocal (near-syn αμφοτερόπλευρος, ant ετεροβαρής):
    • law ~ σύμβαση bilateral contract |
    • αμφοτεροβαρές συμβόλαιο |
    • ~ ευθύνη cross liability

[neol, cpd of αμφότεροι & -βαρής; cf αμφοτερομερής, neol (kath) αμφοτεραχθής & αμφοτερωφελής, also αμφιβαρής, ομοιοβαρής, ισοβαρής etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες